Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2

Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2;

Πρόκειται για μια πολυπαραγοντική νόσο που χαρακτηρίζεται από διαταραχές του μεταβολισμού των υδατανθράκων, των λιπιδίων και των πρωτεϊνών. Οφείλεται στην απόλυτη ή σχετική ανεπάρκεια των β-κυττάρων του παγκρέατος να παράγουν ινσουλίνη ή στην ανεπαρκή δράση της στα όργανα στόχους (αντίσταση στην ινσουλίνη) ή στο συνδυασμό τους, με κύριο αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Θεωρείται νόσος των ενηλίκων, όμως η νόσος εξαπλώνεται σήμερα και στην παιδική ηλκία.

Υπάρχουν άλλοι τύποι σακχαρώδη διαβήτη;

Ανάλογα με το μηχανισμό που προκαλεί τις αυξημένες συγκεντρώσεις σακχάρου στο αίμα, ο σακχαρώδης διαβήτης μπορεί να διακριθεί και στους κάτωθι τύπους: σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 (αποτελεί το 5-10% των περιπτώσεων διαβήτη και οφείλεται στην αυτοάνοση καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος ή μπορεί να είναι ιδιοπαθής), σακχαρώδης διαβήτης της κύησης (παρουσιάζεται μετά το 1ο τρίμηνο της κύησης, σε γυναίκες χωρίς ιστορικό διαβήτη τύπου 1 ή 2) και άλλες μορφές σακχαρώδους διαβήτη (MODY, λόγω ενδοκρινοπαθειών ή φαρμάκων, αντισώματα ή μεταλλάξεις του υποδοχέα της ινσουλίνης).

Πού καταλήγουν οι υδατάνθρακες της διατροφής;

Οι υδατάνθρακες που προσλαμβάνονται με την τροφή διασπώνται ενζυμικά σε απλά σάκχαρα και απορροφώνται από το έντερο, περνώντας στην κυκλοφορία του αίματος. Όταν αυξηθούν τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, οι πλεονάζουσες ποσότητες (υπεργλυκαιμία) κατευθύνονται κυρίως στο ήπαρ (αποθηκεύονται σε γλυκογόνο ή μετατρέπονται σε άλλες ενώσεις, όπως τα λιπαρά οξέα), στα μυικά κύτταρα (αποθηκεύονται σε γλυκογόνο ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμο) και στα λιποκύτταρα (αποθηκεύονται ως λιπαρά οξέα ή ένα μικρό ποσοστό τους χρησιμοποιείται ως καύσιμο). Η κυκλοφορούσα γλυκόζη χρησιμοποιείται και από άλλους ιστούς, κυρίως ως ενεργειακό νόμισμα, όπως ο εγκέφαλος και οι νεφροί. Η πρόσληψη της γλυκόζης, η είσοδός της μέσα στα κύτταρα, η μετατροπή της σε άλλες ουσίες και η καύση της για την παραγωγή ενέργειας γίνεται-στους περισσότερους ιστούς-με τη βοήθεια της ινσουλίνης. 

Γιατί είναι πρόβλημα οι αυξημένες συγκεντρώσεις γλυκόζης στο αίμα;

Αν η παραγωγή της ινσουλίνης ή η δράση της στους ιστούς είναι προβληματική, η περίσσεια γλυκόζης στο αίμα μετά τα γεύματα δεν απομακρύνεται με την είσοδό της στα κύτταρα, με αποτέλεσμα όταν υπερβαίνει τα επιτρεπτά όρια να προσκολλάται σε βασικές πρωτεΐνες του οργανισμού και να σχηματίζονται επιβλαβείς ενώσεις, που διαταράσσουν τις βασικές λειτουργίες των κυττάρων. Τα δυσλειτουργικά μόρια που δημιουργούνται από τη γλυκοζυλίωση ονομάζονται τελικά προϊόντα προχωρημένης γλυκοζυλίωσης (AGEs) και επηρεάζουν τις φυσιολογικές λειτουργίες των αγγειακών και νευρικών κυττάρων. Αυτή η μακροπρόθεσμη δυσλειτουργία των ιστών προκαλεί τις επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη.

Πώς διαγιγνώσκεται;

Η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 στηρίζεται σε ένα από τα κάτωθι κριτήρια:

  • Γλυκόζη πλάσματος νηστείας ≥126mg/dl (πρέπει να επιβεβαιώνεται τουλάχιστον 2 φορές)
  • Γλυκόζη αίματος ≥200mg/dl, δύο ώρες μετά λήψη 75gr γλυκόζης (καμπύλη σακχάρου)
  • Γλυκόζη αίματος≥200mg/dl σε τυχαία μέτρηση (οποιαδήποτε ώρα της μέρας, ανεξάρτητα από το χρόνο λήψης του προηγούμενου γεύματος, με συμπτώματα υπεργλυκαιμίας)
  • HbA1c≥6,5%, με την προϋπόθεση ότι η μέτρηση γίνεται σε πιστοποιημένο εργαστήριο (NGSP)

Πώς μπορεί να εκδηλωθεί κλινικά ο σακχαρώδης διαβήτης;

Σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να προϋπάρχει διαβήτης, χωρίς την εκδήλωση συμπτωμάτων και σημείων ή μπορεί να είναι τόσο ήπια ώστε να μη γίνονται εύκολα αντιληπτά. Ο διαβήτης μπορεί να προκαλεί αίσθηση συνεχούς δίψας (πολυδιψία), αυξημένη συχνότητα ούρησης και πολυουρία, αυξημένη όρεξη-πολυφαγία (γιατί η γλυκόζη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο από τα κύτταρα), ελάττωση του σωματικού βάρους (λόγω καταβολισμού, από την ανεπαρκή έκκριση ινσουλίνης) και ανεξήγητη κόπωση. Πιο σπάνια μπορεί να προκαλεί λοιμώξεις ουροποιητικού και δέρματος, όπως οι μυκητιάσεις, κράμπες και μουδιάσματα στα κάτω άκρα και διαταραχές στην όραση.

Αν δεν υπάρχουν συμπτώματα πρέπει να γίνεται έλεγχος για σακχαρώδη διαβήτη;

Παράγοντες κινδύνου για το διαβήτη και ενδείξεις του προσυμπτωματικού ελέγχου αποτελούν:

  • Το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη (γονείς, αδέλφια, τέκνα)
  • Το ιστορικό διαβήτη κύησης, υπέρτασης, καρδιαγγειακής νόσου
  • Η ηλικία ≥45 ετών
  • Η περιφέρεια μέσης ≥102cm (άνδρες) και ≥88cm (γυναίκες)
  • Ο δείκτης μάζας σώματος ≥30kgr/m2
  • Η γυναίκα που γέννησε παιδί με σωματικό βάρος >4κγρ
  • Οι γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  • Η λήψη φαρμάκων που αυξάνουν τη συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα

Πόσο συχνός είναι;

Το 80-90% των περιπτώσεων αφορούν στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Έχει υπολογιστεί ότι το 7% περίπου των ενηλίκων παγκοσμίως πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη και ότι η επίπτωσή του αυξάνεται, ειδικά σε κοινωνίες που χαρακτηρίζονται από αυξημένη κατανάλωση υψηλής θερμιδικής αξίας τροφών, καθιστική ζωή και χρόνιο stress.  Το 2014 είχε υπολογιστεί ότι σε όλο τον κόσμο περίπου 400 εκατομύρια άνθρωποι έπασχαν από διαβήτη και ότι ο αριθμός αυτός θα παρουσίαζε αύξηση κατά 50% μέχρι το 2035. Στις ΗΠΑ, το 2012, το 37% των ατόμων ηλκίας >20 ετών είχε προδιαβήτη (διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας ή/και διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη). Δυστυχώς, 20-25% των παιδιών με διαβήτη πάσχουν από τύπου 2 και το ποσοστό αυξάνεται με το χρόνο. Εκτιμάται ότι η επίπτωση του διαβήτη τύπου 2 στις παιδικές ηλικίες είναι 5 νέες περιπτώσεις/10.000 παιδιά.

Υπάρχουν καταστάσεις που θεωρούνται προστάδια του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2;

Μεταξύ του φυσιολογικού μεταβολισμού της γλυκόζης και του διαβήτη υπάρχουν ενδιάμεσες καταστάσεις (προδιαβήτης) που δεν θεωρούνται νόσοι, αλλά σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης του διαβήτη και πιθανώς καρδιαγγειακών παθήσεων:

  • Διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας (IFG, Impaired Fasting Glucose): γλυκόζη νηστείας 100-125mg/dl και γλυκόζη 2 ώρες μετά χορήγηση 75γρ υδατικού διαλύματος γλυκόζης από το στόμα (OGTT, Oral Glucose Tolerance Test ή καμπύλη σακχάρου) <140mg/dl
  • Διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη (IGT, Impaired Glucose Tolerance): γλυκόζη 2 ώρες μετά χορήγηση 75γρ υδατικού διαλύματος γλυκόζης από το στόμα (OGTT, Oral Glucose Tolerance Test ή καμπύλη σακχάρου) ≥140mg/dl και <200mg/dl.

Η συνύπαρξη IFG και IGT επιβεβαιώνεται μόνο μετά καμπύλη σακχάρου.

Πώς μπορεί να προληφθεί ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2;

Προς το παρόν, μπορούν να τροποποιηθούν οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που σχετίζονται με το διαβήτη, αλλά όχι οι γενετικοί. Η πρόληψη περιλαμβάνει μέτρα που εφαρμόζονται στο γενικό πληθυσμό και στοχευμένα που απευθύνονται σε άτομα με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης της νόσου (IFG ή/και IGT) και είναι αποτελεσματικότερα.

  • Μείωση του σωματικού βάρους στο φυσιολογικό, εφόσον είναι αυξημένο
  • Μέτριας έντασης αερόβια άσκηση, 30min τη μέρα, 5 φορές την εβδομάδα και άσκηση με αντιστάσεις
  • Η ποσότητα της ημερήσιας πρόσληψης λίπους πρέπει να περιοριστεί σε λιγότερο από 30% των προσλαμβανόμενων ημερήσιων θερμίδων
  • Ημερήσια πρόσληψη τουλάχιστον 25-35gr φυτικών ινών
  • Μείωση του κεκορεσμένου λίπους <7% της ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης
  • Η μετφορμίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε προδιαβητικούς ασθενείς, ειδικά σε αυτούς με αυξημένο δείκτη μάζας σώματος (BMI≥35Kg/m2), μικρότερης ηλικίας (<60 ετών), γυναίκες με ιστορικό διαβήτη κύησης και σε αυτούς που παρουσιάζουν σταδιακή αύξηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c), παρά τις υγιεινοδιαιτητικές παρεμβάσεις. Προσοχή πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι η επίσημη έγκριση του φαρμάκου περιλαμβάνει τους διαβητικούς ασθενείς και ότι η μακροχρόνια χορήγησή της μπορεί να προκαλέσει ανεπάρκεια στη βιταμίνη Β12.

Ποιες είναι οι χρόνιες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2;

Περιλαμβάνουν τις αλλοιώσεις των μικρών αγγείων των νεφρών, οφθαλμών και νεύρων (μικροαγγειοπάθεια), την αθηροθρόμβωση των μεγαλύτερων αγγείων, όπως των στεφανιαίων και της αορτής, των καρωτίδων και των εγκεφαλικών αρτηριών (μακροαγγειοπάθεια) και το διαβητικό πόδι. Η μακροαγγειοπάθεια ουσιαστικά αποτελεί την υποκείμενη παθοφυσιολογία της καρδιαγγειακής νόσου.

Ποιες είναι οι οξείες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2;

Περιλαμβάνουν καταστάσεις που οφείλονται σε αυξημένες συγκεντρώσεις σακχάρου στο αίμα, όπως η διαβητική κετοξέωση και το υπερωσμωτικό μη κετωτικό κώμα και η υπογλυκαιμία, αποτέλεσμα της χαμηλής συγκέτρωσης σακχάρου στο αίμα.

Ποια είναι η θεραπεία;

Η αντιμετώπιση των διαβητικών ασθενών στοχεύει στη διόρθωση της υπεργλυκαιμίας, στην ελάττωση της αντίστασης στην ινσουλίνη, στην ενίσχυση της λειτουργικότητας των β-κυττάρων του παγκρέατος και περιλαμβάνει:

  • Στοχευμένη δίαιτα που περιλαμβάνει πολλά γεύματα τη μέρα, υποκατάσταση των απλών σακχάρων με σύνθετους υδατάνθρακες που περιέχουν φυτικές ίνες, την κατανάλωση τροφών με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, την πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών οξέων <7% των ολικών ημερήσιων θερμίδων και πρόσληψη 15-20% της ολικής ημερήσιες ενέργειας από πρωτεΐνες, εφόσον οι νεφροί λειτουργούν φυσιολογικά.
  • 150min την εβδομάδα μέτριας έντασης αερόβια άσκηση την εβδομάδα, συνδυαζόμενη με ασκήσεις με αντιστάσεις, τουλάχιστον 3 μέρες την εβδομάδα. Ο συνδυασμός δίαιτας και άσκησης βοηθά στην ελάττωση του σωματικού βάρους και βελτιώνει τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως την υπέρταση και τη δυσλιπιδαιμία.
  • Χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής με τη μορφή μονοθεραπείας ή συνδυασμού φαρμάκων, όπως:
  • Δισκία που επηρρεάζουν την απορρόφηση της γλυκόζης, όπως οι αναστολείς της α-γλυκοσιδάσης
  • Φάρμακα που ενισχύουν την έκκριση ινσουλίνης, όπως οι σουλφονυλουρίες και οι μεγλιτινίδες
  • Ευαισθητοποιητές ινσουλίνης, όπως τα διγουανίδια (μετφορμίνη) και θειαζολιδινεδιόνες
  • Ινκρετίνες, όπως οι GLP-1 ανάλογα και αναστολείς DPP-4
  • Ουσίες που αναστέλλουν την επαναρρόφηση γλυκόζης από τους νεφρούς (αναστολείς συμμεταφορέων νατρίου-γλυκόζης, SGLTs)
  • Ινσουλίνη ή ανάλογα ινσουλίνης. Ανάλογα με το χρόνο δράσης τους οι ινσουλίνες διακρίνονται σε υπερταχείας, ταχείας, ενδιάμεσης και μακράς δράσης. Επίσης, η χορήγηση ινσουλίνης μπορεί να είναι συνεχής, με τη χρήση αντλίας ινσουλίνης.

Ποιοι είναι οι στόχοι της θεραπείας;

Λογικός στόχος κατά τη ρύθμιση της γλυκαιμίας στο σακχαρώδη διαβήτη αποτελεί η επίτευξη τιμής HbA1c<7%. Η τιμή αυτή της HbA1C αντιστοιχεί σε προγευματικές τιμές σακχάρου ≤130mg/dl και 2 ώρες μετά την έναρξη του γεύματος (μεταγευματικές) ≤180mg/dl. Αυστηρότεροι στόχοι ρύθμισης μπορούν να τεθούν σε ασθενείς με σχετικά πρόσφατη διάγνωση του διαβήτη, με μεγάλο προσδόκιμο επιβίωσης, σε ασθενείς με δίαιτα και άσκηση ή μετφορμίνη μόνον ή σε ασθενείς χωρίς σημαντική καρδιαγγειακή νόσο. Λιγότερο αυστηροί στόχοι, όπως επίτευξη HbA1c<8% μπορεί να τεθούν σε ασθενείς με ιστορικό υπογλυκαιμικών επεισοδίων, προχωρημένη μικρο ή μακροαγγειοπάθεια, με μακροχρόνιο διαβήτη ανθιστάμενο στη θεραπεία και πολλές συνοδές παθήσεις.

Είναι μόνιμος ή παροδικός;

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι αναστρέψιμος στα αρχικά του στάδια, με τη σωστή διατροφή, την άσκηση και την ελάττωση του σωματικού βάρους στο φυσιολογικό.

Τι περιλαμβάνει η παρακολούθηση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2;

Μετά την επίτευξη των στόχων, η παρακολούθηση του ασθενούς με διαβήτη τύπου 2 γίνεται κάθε 3- μήνες, ανάλογα με τις προκύπτουσες ανάγκες. Πριν την επίτευξη των στόχων η επικοινωνία με τον ιατρό μπορεί να είναι εβδομαδιαία, σε περίπτωση έναρξης αγωγής με δισκία ή ακόμα και καθημερινή, σε περίπτωση έναρξη αγωγής με ινσουλίνη.

Κατά την πρώτη επίσκεψη στον ιατρό λαμβάνονται αναλυτικά πληροφορίες που αφορούν στο ατομικό αναμνηστικό, στο γυναικολογικό και στο κληρονομικό ιστορικό (παρουσία διαβήτη σε γονείς, αδέλφια ή παιδιά) του ασθενούς.

Σε κάθε επίσκεψη γίνεται πλήρης κλινική εξέταση όλων των συστημάτων και δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη μέτρηση του σωματικού βάρους, της αρτηριακής πιέσεως, στον έλεγχο της επιπολής και εν τω βάθει αισθητικότητας, στην παρουσία σημείων ή συμπτωμάτων διαβητικού ποδιού, παρουσίας φλεγμονής και νευροπάθειας αυτόνομου νευρικού συστήματος.

Κάθε 3-6 μήνες γίνεται μέτρηση HbA1c και προσκομίζονται μετρήσεις αυτοελέγχου.

Κάθε έτος και αναλόγως των αποτελεσμάτων γίνονται οι παρακάτω εξετάσεις:

  • Γενική αίματος, ΤΚΕ, προσδιορισμός συγκεντρώσεων λιπιδίων ορού
  • Ουρία, κρεατινίνη, ηλεκτρολύτες, προσδιορισμός σπειραματικής διήθησης κατά Cockroft-Gault
  • Προσδιορισμός τρανσαμινασών, αλκαλικής φωσφατάσης
  • Μέτρηση επιπέδων TSH, μέτρηση μικρολευκωματίνης ούρων 24ώρου, γενική εξέταση ούρων και ηλεκτροκαρδιογράφημα ηρεμίας
  • Βυθοσκόπηση, με μυδρίαση (επί διαδοχικών φυσιολογικών ευρημάτων ο έλεγχος αραιώνει στα 2-3 έτη)

Σε κάθε διαβητικό ασθενή γίνεται ετήσιος αντιγριπικός εμβολιασμός και συζητείται το ενδεχόμενο εμβολιασμού έναντι πνευμονιοκόκκου και ηπατίτιδας Β.

Κληρονομείται ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2;

Υπάρχουν βιβλιογραφικά δεδομένα που ενισχύουν τον κληρονομικό τρόπο μετάδοσης του διαβήτη. Οι μονοζυγωτικοί δίδυμοι έχουν υπερτριπλάσια πιθανότητα να παρουσιάσουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, σε σχέση με τους διζυγωτικούς και οι πρώτου βαθμού συγγενείς έχουν τριπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο. Είναι πολυγονιδιακή νόσος και υπάρχουν περισσότεροι από 50 σχετιζόμενοι γενετικοί τόποι. Η κληρονομικότητα του διαβήτη αφορά κυρίως τη λειτουργικότητα των β-κυττάρων του παγκρέατος, την κατανομή του λίπους στο σώμα και λιγότερο την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Τηλέφωνο

0035726020826
0035796092274

00306945654202

Διεύθυνση

Κορυτσάς 30, διαμέρισμα 107 (Orphanides Court), 8010 ΠΑΦΟΣ

Ώρες Λειτουργίας

Δευτέρα 12.00μμ-19.30μμ
Τρίτη 8.30πμ-16.00μμ
Τετάρτη 12.00μμ-19.30μμ
Πέμπτη 12.00μμ-19.30μμ
Παρασκευή 8.30πμ-16.00μμ

Επικοινωνήστε μαζί μας