Παχυσαρκία
Τι είναι η παχυσαρκία;
Είναι πολυπαραγοντική νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από μεταβολικές και ενδοκρινικές διαταραχές, καθώς και διαταραχές της συμπεριφοράς και σχετίζεται με υπερβολική συσσώρευση λίπους στο σώμα. Είναι αποτέλεσμα ανισορροπίας μεταξύ ενεργειακής πρόσληψης και ενεργειακής κατανάλωσης. Στους ενήλικες άνδρες, το φυσιολογικό ποσοστό λίπους αποτελεί το 15-20% της σύστασης του σώματος και στις γυναίκες το 25-30%. Επειδή η μέτρηση του σωματικού λίπους έχει περιορισμούς στη ρουτίνα, ο Παγκόσμιος οργανισμός υγείας χρησιμοποιεί το δείκτη μάζας σώματος (BMI), για τον ορισμό της παχυσαρκίας. Ο δείκτης μάζας σώματος είναι ο λόγος του σωματικού βάρους (εκφραζόμενο σε kgr) ενός ατόμου προς το ύψος του (εκφραζόμενο σε m) υψωμένο στο τετράγωνο, δηλαδή BMI=σωματικό βάρος/ύψος2. Ενήλικας με υγιές σωματικό βάρος έχει BMI από 18,5 έως 24,9kgr/m2, ο υπέρβαρος έχει BMI μεταξύ 25 και 29,9kgr/m2 και ο παχύσαρκος BMI≥30kgr/m2.
Σε ποιους τύπους διακρίνεται;
Την κεντρική ή σπλαχνική παχυσαρκία, η οποία χαρακτηρίζεται από εναπόθεση λίπους στο άνω τμήμα του σώματος, κυρίως στην κοιλιά και στην περιφερική παχυσαρκία, η οποία χαρακτηρίζεται από εναπόθεση λίπους στους μηρούς ή/και στους γλουτούς.
Ποιους περιορισμούς έχει η χρήση του BMI για τον ορισμό της παχυσαρκίας;
Ο πρώτος περιορισμός σχετίζεται με τη δυσκολία του δείκτη να αποδώσει την αύξηση του σωματικού βάρους στον αυξημένο λιπώδη ή μυϊκό ιστό. Ένας δεύτερος περιορισμός αφορά στην αδυναμία του δείκτη να περιγράψει με ακρίβεια την κατανομή του λίπους στο σώμα. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί η συσσώρευση λίπους στην κοιλιά, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περιοχή του σώματος, σχετίζεται ισχυρά με το μεταβολικό σύνδρομο, το σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και με την καρδιαγγειακή θνησιμότητα.
Πόσο συχνή είναι;
Το 2014 στις ΗΠΑ που είναι ενδεικτικές του δυτικού τρόπου ζωής, το 35% των ανδρών και το 40,4% των γυναικών είχαν BMI≥30kgr/m2, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό σε παιδιά και νέους, ηλικίας 2-19 ετών ήταν 17%, με ίδιο ποσοστό μεταξύ άρρενων και θήλεων ατόμων. Μέχρι το 2009, η Ελλάδα παρουσίαζε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά παχυσαρκίας ενηλίκων παγκοσμίως, περίπου 22%. Οι άνδρες είχαν μεγαλύτερα ποσοστά (26%), συγκριτικά με τις γυναίκες (18,2%), ενώ τα ποσοστά των υπέρβαρων ατόμων ήταν 41,1 και 29,9%, αντίστοιχα. Απλουστεύοντας λίγο τη στατιστική, φαίνεται ότι από τους 3 Έλληνες, ένας ήταν παχύσαρκος, ένας υπέρβαρος και ένας είχε φυσιολογικό BMI. Σύμφωνα με μεγάλη επιδημιολογική μελέτη που ολοκληρώθηκε στον ελληνικό πληθυσμό, το μεγαλύτερο ποσοστό παχύσαρκων, ενήλικων ατόμων παρατηρήθηκε σε νησιά του Αιγαίου και της Κρήτης, ενώ το μικρότερο στην περιοχή της Αττικής. Από στοιχεία που αφορούν την περίοδο 2015-2017 το 42% των αγοριών και το 38% των κοριτσιών στην Ελλάδα ήταν υπέρβαρα, ενώ τα ποσοστά για τα παχύσαρκα αγόρια και κορίτσια ήταν 20% και 14%, αντίστοιχα.
Μπορεί να είναι μεταβολικά υγιείς άνθρωποι με παχυσαρκία;
Κάποια παχύσαρκα άτομα δεν παρουσιάζουν προβλήματα που σχετίζονται με αυξημένο σωματικό βάρος, όπως προδιαβήτη, διαβήτη και υπέρταση. Τα άτομα αυτά συνήθως παρουσιάζουν μικρότερη αύξηση του σωματικού λίπους, δεν έχουν επιμέρους στοιχεία του μεταβολικού συνδρόμου, όπως για παράδειγμα αντίσταση στην ινσουλίνη και έχουν φυσιολογική αρτηριακή πίεση και φυσιολογικές συγκεντρώσεις HDL και τριγλυκεριδίων. Μπορεί βραχυπρόθεσμα να μην έχουν καρδιαγγειακό κίνδυνο, αλλά μακροπρόθεσμα κινδυνεύουν από αύξηση του μέσου χιτώνα των καρωτίδων, διαταραγμένη αγγειοσυσταλτικότητα και αυξημένο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες. Για τους προαναφερθέντες λόγους, θα πρέπει να θεωρείται ότι βρίσκονται σε ενδιάμεσο στάδιο που μπορεί τελικά να παρουσιάσει όλες τις συνοσηρότητες του μεταβολικού συνδρόμου και της παχυσαρκίας.
Γιατί αυξάνεται η εναπόθεση λίπους στο σώμα;
Το σωματικό βάρος διατηρείται σταθερό, όταν η προσλαμβανόμενη-με την τροφή-ενέργεια βρίσκεται σε ισορροπία με την καταναλισκόμενη. Το σώμα συσσωρεύει λίπος όταν το ενεργειακό ισοζύγιο είναι θετικό και αυτό μπορεί να παρατηρηθεί σε περιπτώσεις αύξησης της προσλαμβανόμενης ενέργειας, μείωσης της καταναλισκόμενης ή σε συνδυασμό. Η δαπανώμενη από τον οργανισμό ενέργεια αποτελεί άθροισμα:
- Του βασικού μεταβολισμού (της ενέργειας που απαιτείται για τις βασικές λειτουργίες του σώματος)
- Της φυσικής δραστηριότητας (της ενέργειας που απαιτείται για τις καθημερινές δραστηριότητες)
- Της συστηματικής άσκησης
- Της θερμογένεσης (της ενέργειας που απαιτείται για την πέψη και απορρόφηση των τροφών)
Αίτια που διαταράσσουν το ενεργειακό ισοζύγιο και μπορεί να οδηγήσουν σε δευτεροπαθή παχυσαρκία είναι:
- Οι ενδοκρινικές παθήσεις
- Φάρμακα (αγχολυτικά, αντικαταθλιπτικά, γλυκοκορτικοειδή, οιστρογόνα, οξική μεγεστρόλη, λίθιο, κάποια αντιεπιληπτικά, κάποια αντιδιαβητικά δισκία και η ινσουλίνη, η κυπροεπτανίδη κά)
- Γενετικά σύνδρομα (Prader-Willi, Alstrom, Laurence-Moon-Biedl, Carpenter, Cohen, Blount)
Ποιες ενδοκρινικές παθήσεις σχετίζονται με την παχυσαρκία;
Ενώ είναι κοινή πεποίθηση ότι οι ενδοκρινοπάθειες και ειδικότερα οι παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα είναι συχνό αίτιο αύξησης του σωματικού βάρους, στην πραγματικότητα μόλις το 1% περίπου των παχύσαρκων ατόμων πάσχουν από κάποια ενδοκρινική πάθηση. Οι κυριότερες είναι:
- Ο υποθυρεοειδισμός (σπάνια προκαλεί μεγάλη αύξηση του σωματικού βάρους, ενώ συνήθως δεν επιτρέπει την εύκολη απώλειά του, λόγω ελάττωσης του βασικού μεταβολισμού)
- Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (περίπου το 50% των γυναικών με το σύνδρομο έχουν BMI≥25kgr/m2)
- Το σύνδρομο Cushing (προκαλεί κεντρικού τύπου παχυσαρκία)
- Η εμμηνόπαυση/ανδρόπαυση (η ελάττωση των επιπέδων των ορμονών του φύλου επιτείνει τη συσσώρευση σωματικού λίπους και την ελάττωση του μυϊκού ιστού)
- Οι παθήσεις του υποθαλάμου και της υπόφυσης που προκαλούν ανεπαρκή έκκριση ορμονών
- Η ανεπάρκεια αυξητικής ορμόνης (προκαλεί κεντρικού τύπου συσσώρευση σωματικού λίπους)
- Ο ψευδοϋποπαραθυρεοειδισμός (χαρακτηρίζεται από αντίσταση στη δράση της παραθορμόνης, υπασβεστιαιμία, παχυσαρκία, χαμηλό ανάστημα, ανωμαλίες των οστών, βραχύ 4ο και 5ο μετακάρπιο και μικρού βαθμού πνευματική καθυστέρηση)
Από ποιους παράγοντες εξαρτάται η συχνότητα εμφάνισης της παχυσαρκίας;
- Από την ηλικία (συχνότερη σε άτομα ηλικίας >65 ετών)
- Από το φύλο (συχνότερη σε γυναίκες)
- Από τη φυλή (πιο συχνή σε μαύρες Αμερικανίδες)
- Από την κοινωνική τάξη (συχνότερη στα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα του αναπτυγμένου κόσμου)
- Από τις διατροφικές συνήθειες (οι κάτοικοι της Ιαπωνίας παρουσίασαν αυξημένο σωματικό βάρος, όταν υιοθέτησαν το δυτικό τρόπο ζωής και διατροφής).
Σε μικρότερες ηλικίες παράγοντες κινδύνου αποτελούν η διατροφή της μητέρας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, το βάρος γέννησης του παιδιού, η απουσία θηλασμού και ο αριθμός των γευμάτων.
Ποιο ρόλο διαδραματίζει η κληρονομικότητα;
Η παχυσαρκία είναι νόσος στην οποία το περιβάλλον και η κληρονομικότητα είναι σημαντικά στοιχεία της αιτιοπαθογένειας. Η νόσος οφείλεται κατά 40-70% σε παράγοντες που κληρονομούνται. Συνεπώς, το ερώτημα δεν είναι αν υπάρχει συμμετοχή γενετικών παραγόντων στην εκδήλωση της νόσου, αλλά πόσα και ποια γονίδια παίζουν καθοριστικό ρόλο. Έχουν μελετηθεί περισσότερες από 20 κύριες χρωμοσωμικές περιοχές που σχετίζονται με περισσότερα απο 250 γονίδια που ρυθμίζουν τη συσσώρευση του λίπους, το ενεργειακό ισοζύγιο, τη συμπεριφορά αναζήτησης τροφής (όρεξη, κορεσμός), τη μυική ανάπτυξη και τη λειτουργία των λιποκυττάρων.
Για ποιες παθήσεις η παχυσαρκία αποτελεί παράγοντα κινδύνου;
Αρκετές παθήσεις παρουσιάζουν αυξημένη συχνότητα σε παχύσαρκα άτομα:
- Στεφανιαία νόσος (17%)
- Αρτηριακή υπέρταση (17%)
- Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (57%)
- Χολολιθίαση (30%)
- Οστεοαρθρίτιδα (14%)
- Καρκίνος μαστού (11%)
- Καρκίνος ενδομητρίου (11%)
- Καρκίνος παχέος εντέρου (11%)
Επίσης, αυξημένη συχνότητα παχυσαρκίας παρατηρείται σε άτομα με δυσλιπιδαιμία, διαταραχές εμμήνου ρύσεως και υπογονιμότητα, διαβήτη κύησης, με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, θρομβοεμβολική νόσο κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης, άπνοια ύπνου, με φλεβικούς κιρσούς και αιμορροειδοπάθεια, με γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και πεπτικό έλκος, στυτική δυσλειτουργία, μη αλκοολική λιπώδη διήθηση του ήπατος, υπερουριχαιμία, καρκίνο προστάτη, χοληδόχου κύστης, νεφρού, ωοθηκών, στομάχου, οισοφάγου, παγκρέατος και στόματος.
Ποια είναι η θεραπεία της παχυσαρκίας;
Διακρίνεται σε συντηρητική και χειρουργική θεραπεία. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει τη δίαιτα, την άσκηση, τις παρεμβάσεις αλλαγής συμπεριφοράς και τα φάρμακα, ενώ η χειρουργική θεραπεία αποσκοπεί στην ελάττωση της απορρόφησης τροφής (επεμβάσεις δυσαπορρόφησης) και στη μείωση της ποσότητας της προσλαμβανόμενης τροφής (επεμβάσεις περιοριστικού τύπου). Θα πρέπει να τονιστεί ότι τα φάρμακα που έχουν έγκριση για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τη δίαιτα, την άσκηση και την αλλαγή της συμπεριφοράς και όχι ως μονοθεραπεία. Η φαρμακευτική αγωγή ενδείκνυται σε παχύσαρκους ασθενείς με BMI>30kgr/m2 ή ΒΜΙ>25kgr/m2 και συνοδές παθήσεις, όπως σακχαρώδης διαβήτης, υπερλιπιδαιμία, αρτηριακή υπέρταση. Η χειρουργική θεραπεία ενδείκνυται σε παχύσαρκους ασθενείς με BMI>40kgr/m2 ή BMI>35kgr/m2 και συνοδές παθήσεις, όπως σακχαρώδης διαβήτης, υπερλιπιδαιμία, αρτηριακή υπέρταση, καρδιοαναπνευστικά προβλήματα, υπνική άπνοια, αρθρίτιδα και υπερλιπιδαιμία. Σχετική ένδειξη αποτελεί και η αποτυχία των συντηρητικών μεθόδων, αν και δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία για τα κριτήρια που ορίζουν με σαφήνεια την επιτυχία ή την αποτυχία μιας θεραπείας ελάττωσης του σωματικού βάρους. Αντένδειξη της χειρουργικής θεραπείας θεωρείται η ψυχική νόσος, η ηπατική κίρρωση, οι σοβαρές παθήσεις από το πεπτικό σύστημα και η κατάχρηση αλκοόλ ή ναρκωτικών.
Ποια φάρμακα χορηγούνται για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας;
Ορλιστάτη
Ναλτρεξόνη/βουπροπριόνη
Λορκασερίνη
Φεντερμίνη/τοπιραμάτη
Λιραγλουτίδη
Πόσο αποτελεσματική είναι η χειρουργική θεραπεία της παχυσαρκίας;
Η χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας περιλαμβάνει τις επεμβάσεις δυσαπορρόφησης (διάφοροι τύποι χολοπαγκρεατικών εκτροπών), τις περιοριστικού τύπου επεμβάσεις (ρυθμιζόμενος γαστρικός ιμάντας, γαστρoπλαστική, γαστρική παράκαμψη, επιμήκης γαστρεκτομή-sleeve gastrectomy, γαστρικό μπαλλόνι και pacing) και στις επεμβάσεις μικτού τύπου (γαστρική παράκαμψη, δωδεκαδακτυλικό Switch). Ο τύπος της επέμβασης είναι απόλυτα εξατομικευμένος και συστήνεται σε ασθενείς κατόπιν λεπτομερούς ενημέρωσης και πλήρους αποδοχής των χειρουργικών κινδύνων. Η αποτελεσματικότητά τους, ως προς τη μεταβολή του αρχικού βάρους, κυμαίνεται από 22 έως 32% για τα πρώτα 2 έτη μετεγχειρητικώς, ενώ σε βάθος 20ετίας τα ποσοστά ελαττώνονται στο 15 έως 25%, ανάλογα με τον τύπο της επέμβασης. Φαίνεται ότι η μακροχρόνια διατήρηση του ελαττωμένου σωματικού βάρους σχετίζεται και με τις αλλαγές στη συμπεριφορά και στις διαιτητικές συνήθειες των παχύσαρκων ασθενών που μπορεί να υιοθετηθούν μετά την επέμβαση. Η χειρουργική θεραπεία συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά υποστροφής του διαβήτη και της δυσλιπιδαιμίας, αλλά χαμηλότερα ποσοστά υποστροφής της αρτηριακής υπέρτασης. Επανεμφάνιση των συνοδών παθήσεων μπορεί να συμβεί χρόνια αργότερα, αν δεν τηρηθούν απλοί κανόνες διατήρησης του βάρους που έχουν να κάνουν με αλλαγές στη συμπεριφορά και σε διαιτητικές συνήθειες.
Τηλέφωνο
0035726020826
0035796092274
00306945654202
Διεύθυνση
Κορυτσάς 30, διαμέρισμα 107 (Orphanides Court), 8010 ΠΑΦΟΣ
Ώρες Λειτουργίας
Δευτέρα 12.00μμ-19.30μμ
Τρίτη 8.30πμ-16.00μμ
Τετάρτη 12.00μμ-19.30μμ
Πέμπτη 12.00μμ-19.30μμ
Παρασκευή 8.30πμ-16.00μμ
Επικοινωνήστε μαζί μας